Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Σχέδιο αξιοποίησης παλιών σπιτιών στην Αθήνα

Σχέδιο αξιοποίησης για 1.800 ερείπια στο κέντρο της Αθήνας

Σε ιδιώτες επενδυτές και στο Δημόσιο μεταβιβάζονται πλέον οι τίτλοι ιδιοκτησίας των περίπου 1.800 «τραυματισμένων» κτιρίων του κέντρου της Αθήνας, πολλά εκ των οποίων είναι διατηρητέα, με άγνωστο ιδιοκτήτη και παραμένουν εγκαταλελειμμένα επί σειρά ετών.

Όπως προβλέπει το σχέδιο νόμου «Ρυθμίσεις για Εγκαταλειμμένα, Κενά και Αγνώστων Ιδιοκτητών Κτίρια» που προωθεί το υπουργείο Περιβάλλοντος (με τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών, Εσωτερικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δικαιοσύνης – Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων), «δίνεται η δυνατότητα σε δήμους και ιδιώτες να αναλάβουν την αποκατάσταση, τον εκσυγχρονισμό, τη συντήρηση, τη διαχείριση και εν γένει την αξιοποίησή τους», επιχειρώντας καθολική αναστροφή της υποχώρησης του κέντρου της Αθήνας, καθώς πέραν της αισθητικής, τίθενται θέματα χρήσης, στατικότητας αλλά και ανάπτυξης παραβατικότητας στα κενά κτίρια. Πολλά από αυτά ανήκουν στο Δημόσιο (κυρίως σε ασφαλιστικά ταμεία), άλλα και σε ιδιώτες, στα οποία σε αρκετές περιπτώσεις είναι αδύνατο να εντοπιστεί ο ιδιοκτήτης. Οι δήμοι πλέον μπορούν να προχωρήσουν σε κατεδαφίσεις κτηρίων, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει οικοδομική άδεια ή υπάρχουν μη θεραπεύσιμες παραβάσεις στους κτηριοδομικούς και πολεοδομικούς κανονισμούς. Μέχρι στιγμής, κύκλοι του υπουργείου Περιβάλλοντος εκτιμούν πως τουλάχιστον τα μισά από τα εγκαταλελειμμένα κτίρια χρήζουν κατεδάφισης, αρκετά εκ των οποίων κρίνονται διατηρητέα, και θα πρέπει να εξαντληθεί κάθε πιθανό μέσο διάσωσής τους.
Με την ισχύ του νόμου, εφόσον ο αρμόδιος δήμος δεν καταφέρει να εντοπίσει τον ιδιοκτήτη (εντός τριάντα ημερών) στα ακίνητα αγνώστου ταυτότητας, καταθέτει αίτηση στο Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας του ακινήτου και με το πέρας των νόμιμων διαδικασιών αποκτά τη διαχείριση του ακινήτου έως και πενήντα έτη. Στα συγκεκριμένα ακίνητα, δύνανται να περιέρχονται κατά κυριότητα στον οικείο δήμο, εφόσον, μετά την πάροδο δέκα ετών δεν εμφανισθεί ο κύριος του ακινήτου ή νόμιμος κληρονόμος του.
Οι περιοχές 
Καταγραφή της Περιφέρειας Αττικής μέσω της Διεύθυνσης Υγειονομικού Ελέγχου και Περιβαλλοντικής Υγιεινής Κεντρικού Τομέα καταδεικνύει πως το 96% των εγκαταλελειμμένων κτιρίων βρίσκονται στον Δήμο Αθηναίων. Με βάση τις αυτοψίες που έχουν γίνει, το 31% εντοπίστηκε στην 1η Δημοτική Κοινότητα (Εξάρχεια, Κολωνάκι, Ιλίσια, Κουκάκι, Μακρυγιάννη, Πλάκα, Ψυρρή, εμπορικό κέντρο, Πλατεία Βάθη), το 17% στην 6η (Κυψέλη, Πλατεία Αττικής, Πλατεία Αμερικής, Αγιος Παντελεήμονας, Αγιος Νικόλαος), το 16% στην 4η (Σεπόλια, Κολωνός, Ακαδημία Πλάτωνος), το 15% στην 3η (Πετράλωνα, Θησείο, Ρουφ, Γκάζι, Κεραμεικός, Μεταξουργείο, Βοτανικός), το 9% στην 5η (Αγ. Ελευθέριος, Πατήσια, Προμπονά, Ριζούπολη), το 5% στην 7η (Γκύζη, Πολύγωνο, Γηροκομείο, Τουρκοβούνια, Αμπελόκηποι, Γουδί, Ερυθρός Σταυρός) και το 4% στη 2η (Παγκράτι, Ν. Κόσμος).

Τα «κουφάρια» 
Το σχέδιο νόμου ορίζει ως εγκαταλελειμμένα κτίρια όσα παραμένουν «κουφάρια», δηλαδή ημιτελή έως και του σταδίου των επιχρισμάτων, στο οποίο δεν έχουν γίνει εργασίες για την αποπεράτωσή του τα τελευταία 15 έτη ή δεν έχει υποστεί καμιά συντήρηση τα τελευταία τουλάχιστον οκτώ έτη και χρήζει εκτεταμένης επισκευής. Την ίδια στιγμή, μια σειρά από προϋποθέσεις, που συνθέτουν το προφίλ «εγκατάλειψης», κινητοποιούν αναγκαστικά εκατοντάδες ιδιοκτήτες σε περάτωση εργασιών.

Συγκεκριμένα, με απόφαση του υπουργείου Περιβάλλοντος και των συναρμόδιων υπουργείων, στη ρύθμιση μπαίνουν όσα κτίρια παρουσιάζουν εικόνα ερείπωσης στην εξωτερική τους εμφάνιση και στον περιβάλλοντα χώρο ή σε όσα έχει εκδοθεί πρωτόκολλο «επικινδύνου ή επικινδύνως ετοιμόρροπου». Ταυτόχρονα, όσα κτίρια αποτελούν «απειλή» για τη δημόσια υγεία ή ασφάλεια και εστία παραβατικότητας, και δεν διαθέτουν ενεργή σύνδεση με δίκτυα παροχών κοινής ωφέλειας τα τελευταία τουλάχιστον τρία έτη, ή δεν κατοικούνται και δεν έχουν προωθηθεί στην αγορά προς ενοικίαση ή πώληση, τα τελευταία τρία έτη.
Χαρτογράφηση
  • Το 96% των εγκαταλελειμμένων κτιρίων βρίσκεται στον Δήμο Αθηναίων
  • Το 31% εντοπίστηκε στην 1η Δημοτική Κοινότητα (Εξάρχεια, Κολωνάκι, Ιλίσια, Κουκάκι, Μακρυγιάννη, Πλάκα, Ψυρρή, εμπορικό κέντρο, Πλ. Βάθη)
  • Το 17% στην 6η (Κυψέλη, πλατεία Αττικής, πλ. Αμερικής, Αγιος Παντελεήμονας, Αγιος Νικόλαος)
  • Το 16% στην 4η (Σεπόλια, Κολωνός, Ακαδ. Πλάτωνος)
  • Το 15% στην 3η (Πετράλωνα, Θησείο, Ρουφ, Γκάζι, Κεραμεικός, Μεταξουργείο, Βοτανικός)
  • Το 9% στην 5η (Αγ. Ελευθέριος, Πατήσια, Προμπονά, Ριζούπολη)
  • Το 5% στην 7η (Γκύζη, Πολύγωνο, Γηροκομείο, Τουρκοβούνια, Αμπελόκηποι, Γουδί, Ερυθρός Σταυρός)
Ζώνες ειδικών παρεμβάσεων
Για την υλοποίηση έργων αποκατάστασης, καθορίζονται οι Ζώνες Ειδικών Κτιριακών Παρεμβάσεων (ΖΕΠΚΑ), σε περιοχές με προβλήματα σοβαρής υποβάθμισης του κτιριακού αποθέματος. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται όσες περιοχές έχουν εγκαταλελειμμένα ή κενά κτίρια, σε ποσοστό άνω του 20% του συνολικού αριθμού των κτιρίων, ή το ποσοστό των εγκαταλελειμμένων και κενών κτιρίων που χρήζουν ανακαίνισης και εκτεταμένων επισκευών ξεπερνά το 50%.
Κοσμάς Ζακυνθινός


Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Ιστορία και ευαισθησία: Το Πανεπιστήμιο Κρήτης και η επανάκτηση της κοινής λογικής

Σε αντίθεση με τους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων, οι επιστήμονες δεν έχουν λόγο να μην αποκαλύπτουν τις υποθέσεις τους αλλά και τα γενικά συμπεράσματα τους από την αρχή. Τουναντίον. Ας ξεκαθαρίσω λοιπόν εξαρχής τη θέση μου ως προς την έντονη αλλά και πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για την ανακήρυξη του Καθηγητή κ. Ρίχτερ. Κάκιστα έγινε όπως έγινε, εν μέσω κατάληψης στο πανεπιστήμιο και με παραβίαση κάθε διαδικαστικής νόρμας. Ας μου επιτραπεί να θυμίσω ότι, μια ημέρα πριν το ατόπημα με την ανακήρυξη εν μέσω κατάληψης, είχα επισημάνει από την τηλεόραση ότι η τελετή θα έπρεπε να αναβληθεί.  Δυστυχώς δεν εισακούστηκα. Αλλά επίσης  – όπως θα επιχειρηματολογήσω χωρίς τις υπερβολές και τους χαρακτηρισμούς που διαβάζω αυτές τις ημέρες – κακώς αποφασίστηκε εξ αρχής η απόδοση της τιμής αυτής.      
Η ανακήρυξη ενός επίτιμου διδάκτορα αποτελεί την ύψιστη τιμή που μπορεί να αποδώσει ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα σε ένα πρόσωπο.  Σημαίνει αποδοχή της κορυφαίας σημασίας του τιμώμενου για την επιστήμη ή τις τέχνες αλλά και συμπόρευση, αν όχι και ταύτιση, με τις βασικές, έστω, αξιολογικές αρχές του προσώπου. Προ ετών η Οξφόρδη έσπασε την εθιμική παράδοση ανακήρυξης των αποφοίτων της που έφταναν στο αξίωμα του πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου επειδή οι καθηγητές της αποφάσισαν, με μεγάλη πλειοψηφία, ότι οι πολιτικές και οι αξίες της πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ (η οποία ήταν απόφοιτος του διακεκριμένου πανεπιστημίου) με τις μεγάλες περικοπές στην παιδεία που εφάρμοζε, εναντιώνονταν στις αξίες του ιδρύματος. Σωστή ή λανθασμένη, η απόφαση καθρεφτίζει τη σημασία της ανακήρυξης ενός ατόμου σε επίτιμο διδάκτορα ενός ακαδημαϊκού ιδρύματος. Προφανώς ένα άλλο πανεπιστήμιο μπορεί να σταθμίσει την αξία του τιμωμένου σε σχέση με τις δικές του παραδόσεις και να αποφασίσει διαφορετικά. Εδώ πια μπαίνουμε στο θέμα μας.
Ο Καθηγητής κ. Ρίχτερ είναι ένας αρκετά γνωστός ιστορικός, ο οποίος έχει ασχοληθεί συστηματικά με την ελληνική και την κυπριακή ιστορία. Προ ετών, πριν την έκδοση του επίμαχου βιβλίου στο οποίο θα επανέλθω, είχε τιμηθεί από την προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας. Το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, μετά από πρωτοβουλία και εισήγηση μέλους του που υπήρξε φοιτητής του κ. Ρίχτερ, αποφάσισε να τον τιμήσει. Σε ό,τι με αφορά, ούτε είχα διαβάσει το επίμαχο βιβλίο ούτε είχα υπόψη την έντονη και ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχε ξεκινήσει με αφορμή την παρουσίαση του συγκεκριμένου βιβλίου στο Ηράκλειο. Στη Συνέλευση πάντως των καθηγητών ουδέποτε ενημερωθήκαμε σχετικά. Οι άνθρωποι – όλοι οι άνθρωποι – κάνουμε λάθη. Όμως η επιμονή και μάλιστα η πραγματοποίηση της εκδήλωσης με τον τρόπο που έγινε αποτελούν ολισθήματα άλλου επιπέδου.
Ας επικεντρωθούμε στο επίμαχο βιβλίο, το οποίο ξεκίνησα να διαβάζω μόλις την προηγούμενη εβδομάδα. Δεν είμαι ιστορικός, δεν είμαι ειδικός στην ελληνική ή την κρητική ιστορία ούτε στην ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά ως πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος έχω σχηματίσει άποψη γι αυτό που διάβασα.
Έννοια κλειδί εν προκειμένω, ο επιστημονικός αναθεωρητισμός. Ο αναθεωρητισμός μπορεί να παρουσιάζει επιστημονικό ενδιαφέρον, μπορεί να είναι πολιτικά χρήσιμος / εργαλειακός, μπορεί να είναι αποκαλυπτικός ή απλά προκλητικός. Ο Καθηγητής Ρίχτερ με το επίμαχο βιβλίο του («Επιχείρηση Ερμής: Η Κατάκτηση της Νήσου Κρήτης τον Μάϊο 1941») ισορροπεί με επαγγελματισμό αλλά όχι πάντοτε με επιτυχία ανάμεσα στις πιο πάνω διαστάσεις του αναθεωρητισμού. Πάντως για αναθεωρητισμό πρόκειται, χωρίς αμφιβολία. Σε τρια επίπεδα. Ας τα δούμε συνοπτικά.
Πρώτον, η αμφισβήτηση της στρατηγικής σημασίας της «κατάκτησης της Κρήτης» έρχεται σε αντίθεση με κάποιες αλλά σίγουρα όχι όλες τις επιστημονικές απόψεις επί του θέματος. Ορισμένοι αναλυτές συγκλίνουν από παλαιότερα στην άποψη ότι η αξία της «κατάκτησης» είχε υπερεκτιμηθεί, αλλά από αρκετά διαφορετική οπτική γωνία: συνοψίζουν τη σχετική συζήτηση θεωρώντας ότι τελικώς η Κρήτη δεν διαδραμάτισε τον ρόλο που ονειρευόταν ο Χίτλερ διότι αφενός οι απώλειες ήταν τρομακτικές και αποθάρρυναν άλλα σχέδια εισβολής με αερομεταφερόμενες μονάδες (σχέδια που είχε εισηγηθεί ο στρατηγός Στούντεντ στον Χίτλερ και ως προς τα οποία η επιχείρηση στην Κρήτη θα λειτουργούσε ως υπόδειγμα) και αφετέρου ο ίδιος ο Χίτλερ δεν είχε μια σφαιρική μεσογειακή στρατηγική, η εξέλιξη του πολέμου επικεντρώθηκε σε άλλα μέτωπα, κυρίως την Ρωσία, ενώ η Κρήτη αφέθηκε απλώς να μαραζώνει υπό κατοχή. Συγγραφείς διαφορετικοί μεταξύ τους, όπως (μεταξύ άλλων) ο John Spencer, ο Basil Liddell Hart, ο Antony Beevor  και ο David Thomas έχουν αναλύσει τις πτυχές από διαφορετικές γωνίες, έτσι ώστε οι εκπλήξεις σε αυτό το πεδίο είναι περιορισμένες. Υπάρχει όμως συναίνεση μεταξύ των περισότερων αναλυτών (που δεν διαγκωνίζονται να κατακτήσουν θέσεις στον αγώνα του αναθεωρητισμού) ότι μετά από μια σειρά από σχετικά εύκολες νίκες στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, η πεισματική και ηρωϊκή αντίσταση στην Κρήτη και οι τρομερές απώλειες που υπέστησαν οι ελίτ μονάδες των αλεξιπτωτιστών σόκαραν τον Χίτλερ. Στην πραγματικότητα, η «κατάκτηση της Κρήτης» (όπως την ονομάζει ο κ. Ρίχτερ) έγινε με τρομερό τίμημα. 
Το δεύτερο επίπεδο του αναθεωρητισμού – και το πλέον προκλητικό για κάθε Έλληνα, πόσω μάλλον Κρητικό – είναι η διαφαινόμενη σχετικοποίηση των εγκλημάτων πολέμου που διέπραξαν τα στρατεύματα του Τρίτου Ράϊχ. Με δυο λόγια, η λογική του συγγραφέα είναι ότι το ανηλεές και πέραν του δικαίου του πολέμου κινούμενο κρητικό αντάρτικο εξώθησε τους εισβολείς σε αποκτήνωση. Οι οποίοι εισβολείς ήταν, στην πλειοψηφία τους, επίλεκτες μονάδες διαπνεόμενες από έναν «ιδεαλισμό». Είναι τόσο απαράδεκτη η σύνδεση της κτηνωδίας του επιτιθέμενου και του κατακτητή με την οργή του αμυνόμενου που ο ιστορικός εδώ χάνει την συμπάθεια κάθε στοιχειωδώς αντικειμενικού αναγνώστη. Πόσω μάλλον του Έλληνα, πόσω μάλλον του Κρητικού.  
Αλλά υπάρχει κι ένα τρίτο επίπεδο, το οποίο για εμένα παρουσιάζει επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον και συνδέεται ευθέως με τη σημερινή Γερμανία και την εξελισσόμενη πολιτική κουλτούρα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Αναφέρεται στη διστακτική αναβάπτιση της γερμανικής στρατιωτικής διάστασης και την (κατά το δυνατόν) αποδέσμευση της από τα βαρίδια του ολοκληρωτικού παρελθόντος και από το ναζιστικό επικαθορισμό. Έχει διασωθεί κάτι από την στιγματισμένη γερμανική στρατιωτική τιμή; Καθώς η ενωμένη Γερμανία επιχειρεί, στις ημέρες μας, να βρει ένα νέο βηματισμό, πάντα στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, αυτό το επίπεδο του αναθεωρητισμού δεν είναι ούτε προς έκπληξη ούτε πάντα προς ψόγο. Άλλωστε το ίδιο το ΝΑΤΟ ασκεί πιέσεις στη Γερμανία για μια στρατιωτική - συμμαχική παρουσία που θα είναι περισσότερο αντίστοιχη στο οικονομικό μέγεθος της χώρας (burden sharing). Έχω κατ’ επανάληψη διαφωνήσει με τις άκριτες φωνές που παραβλέπουν τον γνήσιο πλουραλισμό των εσωτερικών συζητήσεων στη σημερινή Γερμανία. Αλλά εδώ κάπου σταματά η κατανόηση για την προσέγγιση του Καθηγητή κ. Ρίχτερ. Διότι υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί τρόποι για την αναβάπτιση των πτυχών εκείνων της λειτουργίας της Βέρμαχτ που ενδεχομένως – ας το δεχτούμε – δεν στιγμάτισαν ανεξίτηλα την γερμανική στρατιωτική τιμή. Ας μην ξεχνάμε ότι υπήρξαν λαμπροί αξιωματικοί της Βέρμαχτ που αντιτάχθηκαν στο ναζιστικό παραλογισμό και αρκετοί το πλήρωσαν με τη ζωή τους.

Ο κ. Ρίχτερ μπορεί, ενδεχομένως, να θέλει να εξισορροπήσει τις απόψεις ορισμένων αγγλόφωνων συγγραφέων, όπως ο Alan Clark, οι οποίοι παρουσιάζουν τους γερμανούς στρατιωτικούς περίπου ως αποχαυνωμένα κτήνη στο σύνολο τους και τους συμμάχους περίπου ημίθεους, επίσης στο σύνολο τους. Στην περίπτωση μάλιστα της Μάχης της Κρήτης, όπως είθισται να λέγεται από όλους εμάς στη συμμαχική πλευρά, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν (πριν και άσχετα από το πόνημα του κ. Ρίχτερ) ότι από άποψη τεχνικής και τακτικής, ο γερμανός  στρατηγός Στούντεντ αποδείχθηκε ικανότερος στρατιωτικός ηγέτης από τον συμμαχικό Φράϊμπεργκ. Όλα αυτά είναι υπό συζήτηση. Το πρόβλημα είναι ότι ο αναθεωρητισμός του κ. Ρίχτερ αγγίζει και ζητήματα για τα οποία ειλικρινώς δεν θα μπορούσα να φανταστώ, πριν διαβάσω το επίμαχο βιβλίο, ότι θα έμπαιναν σε αυτή τη βάση, ότι θα ζυγιζόταν σε αυτή τη ζυγαριά. Δεν είναι δυνατό να σχετικοποιούμε, προσεκτικά έστω, τις εκτελέσεις αμάχων ούτε να εξισορροπείται η «κτηνωδία» επιτεθέμενου και αμυνόμενου,κατακτητή και θύματος. Αλλά ακόμη κι αν ήταν δυνατό, για κάποιον μυστηριώδη λόγο, να αποδεχτούμε τέτοιους ακροβατισμούς, θα ήταν της Κρήτης το ακαδημαϊκό ίδρυμα το κατάλληλο όχημα για την απόδοση τιμής στον κ. Ρίχτερ; Θα ήταν μήπως – αν υπήρχε – ένα ίδρυμα με έδρα το Δίστομο το κατάλληλο όχημα; Η κοινή λογική απαντά πως όχι, προφανώς όχι.
Εν κατακλείδι. Η απόφαση του Τμήματος αποκαλύπτει, κατ’ ελάχιστο, έλλειψη γνώσης (για κάποιους από εμάς) και έλλειψη ευαισθησίας (για κάποιους άλλους) απέναντι στην Κρήτη, τους ανθρώπους της και τα βιώματα τους. Αλλά η επιμονή στην ανακήρυξη εν μέσω κατάληψης στον «κλειστό» Γάλλο αφού η τελετή ματαιώθηκε λόγω διαμαρτυριών στη δημοσιότητα της πόλης, δείχνει ασυγχώρητη αλαζονία και αποτελεί απρέπεια. Ενόψει της αναλυτικής και εξαιρετικά ενδιαφέρουσας παρέμβασης του Στρατηγού κ. Παραγιουδάκη και της όλης συζήτησης που προκλήθηκε αναφορικά με το συγκεκριμένο βιβλίο – ένα βιβλίο που δεν είχε απασχολήσει το τμήμα αλλά που αφορά άμεσα την Κρήτη και την ιστορία της – η αναγόρευση θα έπρεπε να είχε αναβληθεί ώστε το ζήτημα να συζητηθεί πολύ αναλυτικά, διεξοδικά και με νηφαλιότητα.
Ας σταματήσουμε να δημιουργούμε εντυπώσεις. Δεν πρόκειται ούτε για αμφισβήτηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας ούτε για «σκοταδισμό» κάποιων στρατιωτικών. Ουδείς εμπόδισε – και ουδείς θα εμποδίσει στο μέλλον – τον Καθηγητή κ. Ρίχτερ να αναπτύξει εδώ τις απόψεις του. Η ανακήρυξη όμως σε επίτιμο διδάκτορα, αυτή η εξαιρετική τιμή, που συνδέει δια βίου το ίδρυμα με τον κατ’ εξαίρεση έτσι τιμώμενο, αποτελεί κάτι εντελώς διαφορετικό. Και κάτι ακόμη. Τέτοιες προκλητικές αστοχίες βλάπτουν, πάντως σίγουρα τελικά δεν οφελούν, την ίδια την συμφιλίωση των ευρωπαίων και – ειδικότερα – την περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων μας με την φίλη και σύμμαχο, σήμερα, Γερμανία. Η οποία είναι φορέας (και) μιας πολιτισμικής παράδοσης αξιοζήλευτης και ανθρωπιστικής, πολύ διαφορετικής από εκείνη που πρέσβευαν οι «ιππότες» (!) των εισβολέων – αλεξιπτωτιστών που γρήγορα μετατράπηκαν σε σφαγείς αμάχων.
Κώστας Α. Λάβδας
Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Διευθυντής του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας και Τεκμηρίωσης (ΚΕΠΕΤ)
Πανεπιστήμιο Κρήτης

Στο υψηλότερο βάθρο της παγκόσμιας ιστορίας οι αρχαίοι Μακεδόνες!



Home 

ης παγκόσμιας ιστορίας οι αρχαίοι Μακεδόνες!

Πρόσφατο άρθρο του ειδησεογραφικού πρακτορείου Associated Press, με αφορμή τις ανακαλύψεις της ανασκαφής του τάφου της Αμφίπολης, αναφέρεται στον πολιτισμό των αρχαίων Μακεδόνων, κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στο γεγονός ότι οι Μακεδόνες αναρριχήθηκαν στο ψηλότερο βάθρο της παγκόσμιας ιστορίας μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το δημοσίευμα, οι αρχαίοι Μακεδόνες υπήρξαν οι απόλυτοι “πολιτικοί αναρριχητές” της αρχαιότητας, καθώς μέσα σε μια γενιά αναδύθηκαν από το περιθώριο της αρχαίας ιστορίας, και από τις βόρειες εσχατιές της Ελληνικής χερσονήσου κατάφεραν να εξουσιάσουν το μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού κόσμου.
Κατά την αναρρίχηση τους στην παγκόσμια εξουσία, οι Μακεδόνες, ιδίως μετά το λουτρό αίματος που ακολούθησε τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έθεσαν το όριο και το πλαίσιο εντός του οποίου θα εκδηλώνονταν ιστορικά οι εξουσιαστικές φιλοδοξίες και η ίντριγκα του πολιτικού παρασκηνίου, με μια υπερβολή που μόνο η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία θα ξεπερνούσε.
Όπως τονίζει το δημοσίευμα, οι πρόσφατες ανακαλύψεις στο ταφικό συγκρότημα της Αμφίπολης έχουν αναζωπυρώσει το διεθνές ενδιαφέρον για τους Μακεδόνες και οι εικασίες σχετικά με τη ταυτότητα του νεκρού του τάφου δίνουν και παίρνουν ανάμεσα σε ιστορικούς και αρχαιολόγους.
Ανάμεσα σε άλλες υποθέσεις έχουν αναφερθεί τα ονόματα της Ολυμπίας, μητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, της γυναίκας του Ρωξάνης, και του Νεάρχου, Μακεδόνα στρατηγού γηγενή της Αμφίπολης και στενού συνεργάτη του Αλέξανδρου. Το άρθρο αναφέρεται επίσης στις ανακαλύψεις του τάφου του πατέρα του Αλεξάνδρου, Φιλίππου στην Βεργίνα και στο ανάκτορο του.
Το άρθρο καταλήγει ότι τα στρατιωτικά και πολιτικά επιτεύγματα του νεαρού Αλέξανδρου δεν οφείλονται μόνο στην πρωτοποριακή για την εποχή στρατιωτική διάταξη της Μακεδονικής Φάλαγγας, ούτε στο μεγάλο ταλέντο του Μακεδόνα στρατηλάτη να διαλέγει αυτός τα πεδία των μαχών, αλλά στο χάρισμα του Αλέξανδρου να διατηρεί την συνοχή των κατακτήσεων του μέσω μια χαρισματικής και ανεχτικής προσέγγισης των λαών, που τον υποδέχονταν σαν απελευθερωτή από τον βαρύ Περσικό ζυγό.

Η Κ. Κοσκινά στο τιμόνι του ΕΜΣΤ


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ

Αριστερά: Κατερίνα Κοσκινά, η πιθανή διάδοχος της Αννας Καφέτση. Δεξιά: Ετοιμη από τον περασμένο Μάρτιο η νέα μόνιμη έδρα του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στο ανακατασκευασμένο Φιξ.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Σ’ ένα όνομα που θα εγείρει τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις ανάμεσα στον εικαστικό κόσμο, δεδομένων των πολύ ειδικών συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί, φαίνεται ότι καταλήγει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού σε σχέση με την εκκρεμότητα του διορισμού νέου διευθυντή στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.


Ανάμεσα στα ονόματα που έπεσαν στο τραπέζι, αυτό της ιστορικού τέχνης, μουσειολόγου και καλλιτεχνικής διευθύντριας του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου, Κατερίνα Κοσκινά, εμφανίζεται να έχει ισχυρό προβάδισμα.



Η αρχή για την αλλαγή σελίδας στο ΕΜΣΤ έγινε με την έκδοση ειδικού ΦΕΚ με το οποίο απομακρύνεται και επισήμως η ιδρυτική καλλιτεχνική διευθύντριά του Αννα Καφέτση. Ετσι ξεπερνιέται το νομικό εμπόδιο της μη υποβολής παραίτησης εκ μέρους της τελευταίας όπως της είχε ζητηθεί από τον πολιτικό της προϊστάμενο υπουργό Πολιτισμού Κώστα Τασούλα. Η Αννα Καφέτση δεν δεχόταν να υποβάλει την παραίτησή της αν το υπουργικό αίτημα δεν συνοδευόταν από πλήρες αιτιολογικό σημείωμα.



Το επόμενο βήμα είναι η έκδοση νέου ΦΕΚ με τον διορισμό νέου διευθυντή. Η ανακοίνωση πιθανότατα να γίνει και σήμερα, οπότε θα μάθουμε και τα ονόματα των μελών του νέου Διοικητικού Συμβουλίου. Υπενθυμίζουμε ότι ο υπουργός Πολιτισμού είχε ζητήσει στις αρχές του μήνα τις παραιτήσεις τόσο της Αννας Καφέτση όσο και των μελών του Δ.Σ. του ΕΜΣΤ χρεώνοντας και στις δύο πλευρές το γεγονός ότι δεν δρομολογούνται οι διαδικασίες προκειμένου να ανοίξει επιτέλους το μουσείο, επτά μήνες μετά την ολοκλήρωση των νέων εγκαταστάσεων στο ανακατασκευασμένο πρώην εργοστάσιο του Φιξ στην λεωφόρο Συγγρού.



Ενδιαφέρον υπάρχει και σε αυτό το «μέτωπο» καθώς όλων αυτών είχε προηγηθεί η παραίτηση της αντιπροέδρου του Δ.Σ. του ΕΜΣΤ Σοφίας Στάικου εξαιτίας της παρασκηνιακής της σύγκρουσης με την Αννα Καφέτση. Πληροφορίες από το υπουργείο Πολιτισμού τις προηγούμενες εβδομάδες έκαναν λόγο για εκ νέου αξιοποίηση της κ. Σοφίας Στάικου, πιθανότατα στη θέση της προέδρου, ενδεχόμενο που πάντως απέκλειαν πηγές προσκείμενες στην επικεφαλής του Πολιτιστικού Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς.



Σε κάθε περίπτωση, αναμένεται και εντός της Πέμπτης να κληθούν στο γραφείο του Κώστα Τασούλα τόσο η νέα διευθύντρια όσο και τα μέλη του νέου Διοικητικού Συμβουλίου προκειμένου να λάβουν οδηγίες για δυναμική επανεκκίνηση της υπόθεσης του ΕΜΣΤ. Στόχος παραμένει το άμεσο άνοιγμα του μουσείου στη νέα του έδρα μέσα στους πρώτους μήνες της νέας χρονιάς.
Έντυπη

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Φοβού τους φοιτητές και δώρα φέροντες ... Σκουπίδια!


της Νότας Χρυσίνα

Όταν επισκέφτηκα την Φιλοσοφική σχολή πριν από λίγους μήνες θέλοντας να επιστρέψω στα θρανία διαπίστωσα ότι είχα πάει σε ένα χώρο που έμοιαζε να γίνεται η συλλογή σκουπιδιών όλης της περιοχής. Ρώτησα τι συμβαίνει και μου είπαν  να μην σοκάρομαι γιατί απεργούν οι καθαρίστριες και πως εάν ήθελα να πάω στις τουαλέτες έπρεπε να το σκεφτώ καλά καθώς η εμπειρία θα μου έμενε αξέχαστη.
Σήμερα, διάβασα άρθρο του Γιατρομανωλάκη στο "Βήμα" που έλεγε πως οι φοιτητές 
μάζεψαν μόνοι τους! τα σκουπίδια και τα τοποθέτησαν στο πρυτανικό γραφείο.
Αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι τι είδους πολίτες δημιουργήσαμε και μάλιστα εάν αυτοί είναι οι κατάλληλοι για την διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας καθώς είναι οι αυριανοί καθηγητές της χώρας.
Από την άλλη, η κίνησή τους αυτή, η τοποθέτηση των σκουπιδιών στο πρυτανικό γραφείο, εάν δεν αφορά την ίδια την αρχή και την δική της αδιαφορία μήπως αφορά την  άρχουσα τάξη αυτής της χώρας όπου παρέδωσε σκουπίδια στους νέους και τους ζητάει να τα μετατρέψουν σε χρυσάφι;